Χρυσαφένιο το παράστημα σου, ποιος αγέρας ή ποιο κύμα
έχουν την τύχη να τ΄αρμενίζουν χωρίς την θέλησή σου;
Προνόμιο λεύτερων σκλάβων η λατρεία της θρησκείας σου
Από τις άκρες των χεριών σου, τούφες τα μαλλιά σου
περνούν και ορίζουν κυρίαρχα την κατοχή και η υπεροχή σου
αφήνοντας με αλύπητα να ψηλαφώ στο παρελθόν ότι μου στέρησε η άρνησή σου
Βελούδο το κορμί σου, δεν μ’ άφηνες ν’ αγγίζω σαν φύτευα εσένα στην ψυχή μου
Άπλωσες ρίζες, στέρεψες κάθε δροσιά από τα πλούτη μου
Μυστήριο σκοτάδι η καρδιά σου, δεν άντεξε στην λάμψη του κρυφού μου πόθου
Τρέχοντας άτακτα ξερίζωσες ότι κρατούσε ζωντανή την ανάσα μου
Τ’αυλάκια των δακρύων μου όργωναν καυτά, τα χείλη της φωνής μου, βουβή καθώς θρηνούσε….
… «Κροίσος χαράς, όποιος με στάλες ιδρώτα ξεδιψά από το σώμα, που η λαχτάρα για αγάπη,
κουρνιάζει στα ποτισμένα με ηδονή σεντόνια της νύχτας, αλαλάζοντας από την μέθη του έρωτα…»
Καράβι θησαυρών η ζωή μου, μαγεμένο παραδόθηκε στο άγνωστο εγώ σου
ακυβέρνητο να παλεύει στην μανιασμένη λεηλασία των ονείρων μου
που δανείστηκες, βίασες και έκαψες στις γειτονιές των φεγγαριών
Κλειστά τα μάτια, πληγωμένοι οι χτύποι της καρδιάς μου,
πεινασμένη, γυμνή, αγωνιά το ξημέρωμα, μ’ αέρινα πόδια να τρέξει στην ελπίδα,
ταπεινά ν’ αγκαλιαστούν στον ναό του Έρωτα.
1991 AMG