Post-01
Άννα Μαρία Γραμμένου

Η τελευταία επιστολή της θείας.

Ψηλή, λεβεντόκορμη, με σκούρα καστανά μαλλιά, μεγάλα γαλαζοπράσινα μάτια, ένα μαγικό χαμόγελο που στόλιζε μια κάτασπρη οδοντοστοιχία και ένα ακόμα χάρισμα, αυτό του λόγου, όλα μαζί ήταν η ομορφιά της που μαγνήτιζε αλλά και τρόμαζε. Αν σήμερα γεννιόταν θα είχε ένα λαμπρό μέλλον στον κόσμο της μόδας σαν μοντέλο.
Share on facebook
Facebook
Share on twitter
Twitter
Share on whatsapp
WhatsApp
Share on email
Email

Έξι θείους και μια θεία, μου κληρονόμησε ο πατέρας μου. Πέντε τους άρπαξε η ξενιτιά, από έναν η κάθε ήπειρος. Τον έκτο, τον μεγαλύτερο τον είχαν πάρει μαζί τους οι αντάρτες στον εμφύλιο και από κει τον άρπαξε ο χάρος. Έμειναν στο πατρικό τους, να το φυλάνε από τα χαστούκια του χρόνου και της εγκατάλειψης, οι πιο μικροί, η θεία Μαγδαληνή και ο πατέρας μου, δίπλα στην μάνα και αδελφή του φύλακας, προστάτης.

Η τελευταία επιστολή της θείας.
Σιναράδες- Κέρκυρα

Ψηλή, λεβεντόκορμη, με σκούρα καστανά μαλλιά, μεγάλα γαλαζοπράσινα μάτια, ένα μαγικό χαμόγελο που στόλιζε μια κάτασπρη οδοντοστοιχία και ένα ακόμα χάρισμα, αυτό του λόγου, όλα μαζί ήταν η ομορφιά της που μαγνήτιζε αλλά και τρόμαζε. Αν σήμερα γεννιόταν θα είχε ένα λαμπρό μέλλον στον κόσμο της μόδας σαν μοντέλο.

Ποτέ δεν μπόρεσα να καταλάβω πως η θεία Μαγδαληνή έμεινε ανύπανδρη. Από όλα της τα ανίψια σε μένα έλαχε ο κλήρος να έχω αναλάβει την επικοινωνία με τα αδέλφια της και να τα ενημερώνω για την κατάσταση της γενικά, όταν πέθανε ο πατέρας μου. Πότε η υγεία της, πότε οικονομικά θέματα για ότι είχε απομείνει από τα πατρικά τους χώματα, με κρατούσαν συνέχεια με το ακουστικό στο χέρι για να τους ενημερώνω. Όλοι τους είχαν προκόψει, είχαν δικές τους δουλειές, οικογένειες και εγγόνια στα ξένα μέρη. Εκτός από την αδελφή τους, την Μαγδαληνή, που έμεινε στο ράφι, όσο και αν προσπάθησε και ο πατέρας μου να την αποκαταστήσει.

Τα αδέλφια μου έκαναν τα πάντα, παράπονο δεν έχω κανένα, κουβέντα δεν μπορώ να πω. Από την άλλη άκρη της γης φρόντισαν και προίκα να μου φτιάξουν και προξενιές να στέλνουν, μου έλεγε ένα καλοκαιρινό φεγγαρόφωτο βράδυ που βρέθηκα στο νησί για διακοπές.

Η τελευταία επιστολή της θείας.
Σιναράδες-Κέρκυρα

Σχεδόν κάθε καλοκαίρι, σαν έφτιαξαν τα πράγματα στην ζωή τους, στο νησί τους για διακοπές έφταναν. Με τους χωριανούς τους είχαν κουβέντες και επαφές και έτσι  στήνανε προξενιά, γαμπρούς για την θεία Μαγδαληνή, χωρίς η ίδια να το γνωρίζει και φυσικά να αποφασίζει.

-Δεν σ’ άρεσε κανένας θεία, την ρώτησα εκείνο το βράδυ.

-Δεν τον ήθελα έτσι τον γάμο, με προξενιά. Άλλο ήθελα και δεν το είχα βρει.

Την είχα κάνει χρυσή εκείνο το καλοκαίρι να μου πει κάτι παραπάνω, να της πάρω μια κουβέντα κρυφή από το στόμα της, για να καταλάβω τι έφταιξε και έμεινε μόνη της στην ζωή. Γιατί ναι μεν είχε ακόμα τα αδέλφια της, αλλά μακριά τόσο πολύ πού ήταν σαν να μην είχε κανέναν.

Η τελευταία επιστολή της θείας.
Ελαιόδενδρα Κέρκυρα

Είχε όμως εμένα, να μου τηλεφωνά κάθε τόσο και να μου πιάνει την κουβέντα γιατί «ένιωθε μοναξιά» όπως μου έλεγε. Καθώς τα χρόνια στριμώχνονταν στην πλάτη της, η θεία πηγαινοερχόταν στους γιατρούς και εγώ μαζί της. Μετά από κάθε γιατρό είχα τηλεφωνικές ενημερώσεις με τους θείους στις πέντε ηπείρους.

Όση γη μας είχε μείνει, χέρσα πια, έγινε χρυσή με το πέρασμα του χρόνου γιατί την χάιδευαν τα κύματα και ο ήλιος. Στο μάτι την έβαλαν οι γείτονες και νόμιζαν πως μόνη εγώ και γυναίκα που ήμουν θα κατάφερναν να την βάλουν στο χέρι, αφού τα αδέλφια μου ήταν μακριά και ο πατέρας σου έφυγε νωρίς από κοντά μας, μου έλεγε μια άλλη νύχτα.

Λίγα γράμματα έμαθε αλλά επειδή ήξερε το δίκιο της, στα δικαστήρια που την έτρεχαν οι καταπατητές, τους νικούσε κατά κράτος. Ένιωθε τόσο περήφανη να μου εξιστορεί υποθέσεις κερδισμένες.

 

Η τελευταία επιστολή της θείας.
PARALIA KONTOGIALOU KERKYRA

Στα κτήματα του Κοντογυαλού, οικόπεδα πες τα καλύτερα, πηγαίναμε μικρά παιδιά τα καλοκαίρια για τα μπάνια μας. Ήταν όμορφη τότε και έρημη η παραλία που απλωνόταν μπροστά στον κάθε επισκέπτη και η ανάμνηση της αμμουδιάς ακόμα καίει τα πόδια μου. Μας κατέβαζαν από το χωριό, μικρά παιδιά, καβάλα στον γάιδαρο της γιαγιά μου, από μονοπάτια αγκαλιασμένα από λιόδενδρα. Η γιαγιά καλημέριζε κάθε φορά χωριανούς της στις κατοικιές 1κατοικιές Τα καλοκαιρινά σπίτι στα αγροκτήματα

 τους στην διαδρομή μας. Όλοι την γνώριζαν. Χήρα, μεγάλωσε δύσκολα τόσα παιδιά. Σαν φτάναμε δίπλα στο κύμα, γέμιζε από φωνές χαράς ο τόπος.

 

Η τελευταία επιστολή της θείας.

Φύσαγε ένα αεράκι το απόγευμα και χάιδευε τις ηλιοκαμένες πλάτες μας, ενώ χόρευε πάνω στο τεντόπανο, που σαν ομπρέλα έστηνε σε τέσσερα παλούκια ο πατέρας μου  για να κάθονται από κάτω τα μικρότερα από εμάς και οι γυναίκες, η γιαγιά,  μάνα μας και η θεία Μαγδαληνή.

Η τελευταία επιστολή της θείας.
Κοντογυαλος – Κέρκυρα

 

 

 

Εκεί δίπλα σε αυτόν τον υγρό παράδεισο μεγάλωσε η θεία, μα το κορμί της δεν το άγγιξαν τα κύματα, δεν το σημάδεψε ηλιαχτίδα καλοκαιρινή. Καθόταν στην άμμο και μίλαγε με την μάνα μας χωρίς σταματημό. Μια μέρα θυμάμαι, πετάχτηκε η μάνα μας εκεί δίπλα κάτι να φέρει ή να δώσει νερό στον γάιδαρο μας. Τότε έκανα κάτι σκανδαλιάρικα βήματα στην χώρα του Ποσειδώνα. Έτυχε εκείνη την μέρα, να έχει πιαστεί στα λόγια ο μυθικός θεός, με τον Αίολο. Θυμωμένοι και οι δύο φτάσανε στη μεριά μας και τότε δυσκολεύτηκα ανάμεσα στον καυγά τους. Με είδε η θεία να προσπαθώ να τα βγάλω πέρα μαζί τους και δεν δίστασε να πάρει το μέρος μου. Σηκώθηκε και όρμησε μέσα στο φουσκωμένο θαλασσόνερο, με τράβηξε από τα μαλλιά που τα είχα πλεγμένα κοτσίδες. Με έσωσε από σίγουρο πνιγμό. Φώναζε η μάνα μου, αλλά η θεία ένα καημό είχε. Πως λαχτάρησε για μένα και έβρεξε  τα πόδια της στο νερό της θάλασσας που ποτέ μέχρι τότε δεν το είχε κάνει. Το επόμενο καλοκαίρι, η θεία περπατούσε κατά μήκος της παραλίας και έβρεχε τα πόδια της μέχρι το γόνατο. Κάθε  χρόνο εμείς μεγαλώναμε και εκείνη όλο και πιο βαθιά έμπαινε μέσα στο γαλαζοπράσινο χωράφι του θαλασσινού θεού. Μέχρι που κατάφερε να πλατσουρίσει στα ρηχά μαζί με την μάνα μας δύο τρία καλοκαίρια. Μετά έφυγε η γιαγιά και αργότερα η μάνα μας ξαφνικά, αλλά η θεία, μας έμεινε μαζί με τα κτήματα και τα προβλήματα τους. Ας είναι, χάρη σε αυτά τα κτήματα δίπλα στο κύμα περάσαμε αξέχαστα καλοκαίρια.

Η τελευταία επιστολή της θείας.Την έφερα στην Αθήνα.Κάναμε όλες τις εξετάσεις που έπρεπε. Ο γιατρός ζήτησε να περάσω να τον δω την ίδια μέρα. Πήγα με βάρος στην καρδιά και έφυγα με ένα επιπλέον βάρος στα πόδια. Είναι τόσο σκληρό και απάνθρωπο να σου λένε πως κάποιος συγγενής σου μετράει μέρες. Τώρα τι έπρεπε να κάνω; Να της πω θεία άρχισε την αντίστροφο μέτρηση; Δεν γίνεται αυτό. Και τι θα πει έφαγε τα ψωμιά της; Ενημέρωσα τα αδέλφια της με την ίδια επιστολή γραμμένη  σε πέντε αντίγραφα. Δεν μπορούσα από το τηλέφωνο να πω τόσο μαύρες κουβέντες. Ετοίμασα ένα δωμάτιο στο σπίτι μας και την φέραμε να μείνει μαζί μας. Το οικονομικό ευτυχώς το ανέλαβαν οι θείοι. Τα υπόλοιπα έμειναν στα χέρια μου. Δεν ήταν εύκολο να της λες ψέματα. Αλλά ήταν ευχάριστο να σε ταξιδεύει με τις ιστορίες και τα καμώματα της στους δικαστικούς της αγώνες. Μια μέρα ξέφυγε ο λόγος της και φανέρωσε μια ιστορία που δυσκολευόμουν να πιστέψω. Σε μια από τις δίκες για να σώσει την γη τους, ένας δικηγόρος στα χρόνια της, που παρακολουθούσε τον γιό του δικηγόρος και αυτός σε  μια δίκη, την πλησίασε και της είπε, αν ποτέ τον χρειαστεί να πάει να τον βρει και πως την θαύμαζε για την ετοιμολογία της και τα επιχειρήματα της.

-Και πήγες θεία; τον βρήκες;

-Ναι, πήγα τον βρήκα και ποτέ δεν το μετάνιωσα…

Με άφησε να καταλάβω πολλά και πονηρά γεγονότα που όμως δεν τόλμησα να ζητήσω να μου πει με λεπτομέρειες. Από το ύφος της όμως κατάλαβα πως κάτι διαφορετικό είχε συμβεί στην ζωή της από τότε. Δεν το είχα ποτέ φανταστεί αυτό.

-Θυμάσαι το καλοκαίρι που δεν κατεβήκατε για διακοπές στο νησί; με ρώτησε ένα απόγευμα μόλις ξύπνησε.

-Ναι, το θυμάμαι. Ήταν τότε που η μάνα μας αρρώστησε και είχαμε μείνει όλοι μας δίπλα της. Δεν γεύτηκα την θάλασσα εκείνο το καλοκαίρι, αλλά χόρτασα την αγκαλιά της μητέρας μου που γινόταν ολοένα πιο χαλαρή, αδύναμη.

-Αυτό το καλοκαίρι, πήγα και τον βρήκα εκεί κοντά στα μέρη μας που είχε και αυτός εξοχικό. Είχαμε περάσει τόσο όμορφα. Ήταν χήρος χρόνια και μόνος του ζούσε από τότε. Συνταξιούχος αλλά του άρεσε το ψάρεμα και ο κήπος του. Έτσι έμαθα και λίγο από ψάρεμα, είπε περήφανη μόλις την τάισα.

-Θέλω να μου κάνεις μια χάρη. Να ψάξεις να τον βρεις, έχω καιρό να μιλήσω μαζί του. Δεν ξέρω τι απέγινε. Ήθελε να μείνω μαζί του αλλά εγώ δεν μπορούσα, μου είπε την επομένη της εξομολόγησης της.

Η τελευταία επιστολή της θείας.Μου είπε το όνομα και κάτι άλλα για βοήθεια και άρχισα την έρευνα. Από αυτήν ανακάλυψα πως ο δικηγόρος της είχε αναχωρήσει από την ζωή αυτή πριν λίγους μήνες. Δεν της το είπα.

Φτάσανε οι τρεις από τα πέντε αδέλφια για την κηδεία της. Είχαν ενημερωθεί μόλις την βάλαμε ξανά στο νοσοκομείο και οι γιατροί μας είπαν πως η κατάσταση της ήταν μη αναστρέψιμη. Πριν φύγουν, όλοι τους φρόντισαν να ενημερωθούν για τις δικαστικές υποθέσεις που εκκρεμούσαν και για τις αποφάσεις, που τους κατοχύρωναν το δικαίωμα στην γη τους. Όταν ανοίξαμε την διαθήκης της, γιατί την είχε συντάξει νόμιμα πριν αρρωστήσει, ακούσαμε πως με άφηνε κληρονόμο σε ότι είχε δικό της. Τα αδέλφια της ζήτησαν και μεταφέρθηκε στον οικογενειακό τους τάφο στο χωριό τους στις Σιναράδες.

Η τελευταία επιστολή της θείας.
Σιναράδες- Κέρκυρα

Κατέβηκα μετά σαράντα μέρες για το μνημόσυνο και ήρθαν και με βρήκαν μετά οι χωριανοί της, όσοι τουλάχιστον στέκονταν ακόμα στα πόδια τους.

Όσα έμαθα μετά θάνατο για την θεία Μαγδαληνή δεν τα είχα ακούσει από εκείνην ποτέ. Είχε γίνει τόσο ειδική σε θέματα γης, που όλοι την συμβουλεύονταν σαν να ήταν αληθινή δικηγόρος. Είχε αδικηθεί ή λάθος δρόμο διαλέξει. Θα είχε γίνει πολύ καλή νομικός. Είχε το χάρισμα. Μιλούσε μάγευε και κέρδιζε. Μου είπαν πως στα νιάτα της από το υστέρημά της είχε βοηθήσει μια νέα του χωριού να σπουδάσει και σχεδόν την προίκισε γιατί ήταν ορφανή. Αυτά ποτέ δεν τα είπε σε κανένα μας. Ούτε τα αδέλφια της ήξεραν. Αλλά σε όλους μας άφησε κι ένα δώρο, κάτι να ’χουμε σαν ανάμνηση.

Υ.Γ

Η τελευταία επιστολή της θείας.Στο δωμάτιο της βρήκα μια δερμάτινη φθαρμένη τσάντα  αλλά τόλμησα μετά καιρό να την ανοίξω. Μέσα βρήκα ένα δεματάκι από επιστολές που είχαν εκείνην σαν παραλήπτη. Βρήκα όμως και μια με παραλήπτη τον φίλο της δικηγόρο. Δεν ήξερα τι να κάνω. Να την διαβάσω ή να την πετάξω; Δεν υπήρχε πια ούτε αυτός ούτε εκείνη για να έχει κάποια σημασία η αποστολή της. Μετά από μέρες αποφάσισα να την παραδώσω στον κληρονόμο της, τον γιό του που ζούσε στην Αθήνα πλέον. Του τηλεφώνησα και συναντηθήκαμε στο γραφείο του στο Πολύγωνο. Του την παρέδωσα. Με ρώτησε αν θα ήθελα να ξέρω τι έγραφε και του απάντησα όχι. Την επομένη πήγαμε μαζί στον τάφο του πατέρα του και αφήσαμε την επιστολή της να καεί μαζί με  το θυμίαμα. Από τότε συχνά βρισκόμαστε και τα λέμε. Βρήκε και εκείνος τις δικές της επιστολές με παραλήπτη τον πατέρα του. Διαβάζοντας τες ανακαλύψαμε έναν έρωτα που έζησαν και κανείς μας δεν ήξερε. Ένα μυστικό  αθόρυβο έρωτα αλλά δεν μάθαμε ποτέ γιατί και πώς τελείωσε. Ίσως η τελευταία επιστολή της ήταν η απάντηση

Η τελευταία επιστολή της θείας.
Θέα απο τον Πέλεκα Κέρκυρα
AMG-LG-BLACK

This Post Has 8 Comments

  1. Evelyne Cole

    Bravo Anna Maria. Poli oraia istoria. Kai mou aresoun oi fotografeies!! Poola filia, Evelyne

    1. AMG

      ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ ΠΟΛΥ

  2. Ουρανία

    Αυτή η δύναμή σου να με παίρνεις μέσα στις ιστορίες σου δεν σταματάει να με ξαφνιάζει! Ξεκινάω την ανάγνωση και σαν ένας ανεμοστροβιλος να με ρουφάει μέσα του, να με σηκώνει ψηλά και να με παίρνει στους δικούς σου τόπους!
    Όταν τελειώσει η αφήγησή σου, ξαναβρίσκω την δική μου πραγματικότητα και… ξαναπαίρνω ανάσα! Τότε καταλαβαίνω ότι ήμουν μέσα στα δίχτυα σου τόσο επιδέξια κρατημένη και ταξιδεμένη! Μαγεία!
    Ευχαριστώ!!!

    1. AMG

      Τι όμορφα λόγια είναι αυτά που μου γράφεις;εχω μείνει άφωνη. Κατάφερα με αυτό το κείμενο να σε κάνω να νιώσεις έτσι και να γράψεις αυτόν τον ύμνο; Με τιμουν αφάνταστα τα σχόλια σου και μου δίνουν δύναμη να συνεχίσω να γράφω έτσι.Αλλά καθώς διαβάζω και ξαναδιαβάζω τα λόγια σου ανακαλύπτω ένα ακόμα χάρισμα σου! Γράφεις ωραία.Μήπως να με ακολουθήσει; στο ταξίδι της συγγραφής; Και μιλάω πολύ σοβαρά. Πολύ σε ευχαριστώ που με διαβάζεις! Ευγνώμων!

  3. Λευκή Παπαδάκη

    Δεν έχω λόγια…

    1. AMG

      Τότε μήπως έχεις λέξεις; Γράψε τις…θα το χαρώ πολύ.

  4. Μαρία Δημοπούλου

    Μπράβο! Πολύ ξεχωριστή ιστορία και τόσο γλαφυρή περιγραφή που αισθάνθηκα σα να έβλεπα ταινία..τόσες εικόνες..

    1. AMG

      Ευχαριστώ πολύ!

Leave a Reply

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.

Εάν αγαπάτε τις Ιστορίες, γραφτείτε στο Newsletter μας!

Anna Maria Grammenou

Δημιουργική, με αχαλίνωτη φαντασία και χιούμορ, ερωτευμένη με όλες τις τέχνες, ιδιαίτερα μουσικόφιλη, σινεφίλ, φιλόζωη, και με αδυναμία στον μαύρο γάτο μου, τον Σούλη. Μου αρέσει να εκφράζω τις σκέψεις μου μέσα από μικρές και μεγάλες ιστορίες.

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ…

Ας γνωριστούμε καλύτερα!

Άδεια Creative Commons
Ο ιστότοπος περιέχει υλικό που είναι διαθέσιμο μόνο για ανάγνωση. Δεσμεύεται με την ειδική άδεια Creative Commons.
Δεν παρέχεται άδεια των συγγραφέων για Εμπορική Χρήση - ή Αναπαραγωγή των Έργων τους. 4.0 Διεθνές.