Ένα συνηθισμένο πρωινό Σαββάτου περίμενα για εμένα και για αυτήν. Όμως έμεινε περισσότερο χρόνο στο κρεβάτι και ανησύχησα, για να είμαι ειλικρινής. Αναγκάστηκα να ανέβω κοντά της ήρεμα για να μην την ταράξω. Πλησίασα στο άνοιγμα των σεντονιών και έσκυψα να την δω και να την ακούσω.
–Τι θέλεις πάλι Σούλη; Θα σηκωθώ σε λίγο. Σήμερα φορτώνομαι ακόμα ένα χρόνο αλλά εσύ δεν το καταλαβαίνεις αυτό τι σημαίνει.
Άρχισα να γουργουρίζω1[1] Οι γάτες δείχνουν πολλές φορές στοργή για τους ανθρώπινους συντρόφους τους, ιδιαίτερα αν τις αγαπούν και τις φροντίζουν από πολύ μικρή ηλικία.
Ένας τρόπος έκφρασης της οικειότητας και της ζεστασιάς της γάτας με τον άνθρωπο είναι το χαρακτηριστικό "γουργούρισμα" που παράγουν, ιδιαίτερα όταν ο άνθρωπος τις χαϊδεύει και τις φροντίζει. Άλλος ένας τρόπος με τον οποίο εκφράζουν την ευγνωμοσύνη τους προς τον άνθρωπο, είναι με το να τρίβονται στα πόδια του ή να του γλείφουν τα χέρια.
γιατί αυτό της αρέσει. Έβγαλε το χέρι της και με χάιδεψε στο κεφάλι. Μου αρέσει αυτό. Για λίγο κάθισα σαν κότα να δέχομαι τα χάδια της Προσπάθησε να με αγκαλιάσει αλλά πετάχτηκα και κατέβηκα από το κρεβάτι ελπίζοντας πως θα έκανε το ίδιο και θα απολάμβανα ένα καθυστερημένο πρωινό. Πράγματι με ακολούθησε. Με τον καφέ της άκουγε μουσική και κάτι έγραφε σε ένα χαρτί, όταν κτύπησε το τηλέφωνο.
-Ευχαριστώ που με θυμήθηκες…ναι, εδώ με τον Σούλη….οχι , όχι …τίποτα δεν έχω κανονίσει… Α! τι ωραία…ελάτε…θα φάμε μαζί ότι έχω…Όχι δεν έκανα τίποτα σου λέω…που διάθεση με όσα γίνονται, βλέπω σύντομα σε καραντίνα.
Από τα μισόλογα κατάλαβα πως θα έχουμε επισκέψεις. Σηκώθηκε αμέσως και άρχισε να πηγαίνει από εδώ και από εκεί και εγώ να τρέχω μια από πίσω της μια έβγαινα μπροστά της και την κοίταζα περιμένοντας κάτι να πει για να καταλάβω. Τίποτα δεν κατάλαβα. Έπρεπε να περιμένω να δω. Κούρνιασα σε ένα κάθισμα στο σαλόνι για να πάρω έναν υπνάκο ακόμα ενώ ετοίμαζε το φαγητό στην κουζίνα και έστρωνε το τραπέζι. Που και που άνοιγα τα μάτια μου να παρακολουθώ τι κάνει και γύριζα να ρίχνω και μια ματιά στο μεγάλο μπαλκόνι. Πάνε μέρες που δεν έχει έρθει στο μπαλκόνι μας. Τελευταία φορά της είπα πως δεν μπορεί να προχωρήσει η σχέση μας.
-Μα γιατί, αφού αγαπιόμαστε..
–Τι γιατί; Δεν το βλέπεις γιατί; Εσύ είσαι έξω, ελεύθερη και εγώ εδώ κλεισμένος. Είσαι λευκή και εγώ μαύρος. Είμαστε διαφορετικοί.
-Και λοιπόν; Εμείς αποφασίζουμε δεν θα υπολογίσουμε κανέναν.
–Σωστά τα λες, συμφωνώ μαζί σου. Αλλά δεν αρκεί να αγαπιόμαστε. Η κοινωνία τους λέει πως αυτό δεν μπορεί να γίνει σε εμάς.
-Μα αυτοί το κάνουν. Σμίγουν από διαφορετικές φυλές και θρησκείες …ή σφάζονται κατά καιρούς, το βλέπω από ψηλά.
–Αυτό της είπα μια μέρα για εμάς. Της είπα κυρά μου, την αγαπάω…και με αγαπάει.
-Και τι σου είπε Σούλη μου; είπε η Περιστέρα μου
-Πως με έχει πειράξει η κλεισούρα. Ωραία άφησε με να φύγω, της είπα.
–Ξέχνα το, δεν θα τα βγάλεις πέρα εκεί έξω, άσε που θα σε κάνει πίτα σε λίγες μέρες όποιο αμάξι περάσει…δεν είσαι εσύ για τον δρόμο, μου είπε.
-Μα η Σοφία η παρδαλή και αδέσποτη γάτα, ζει στην είσοδο της πολυκατοικίας σας. Γιατί αυτή το κάνει; την ξαναρώτησα.
–Διότι έτσι έμαθε και διότι κανείς μέχρι τώρα δεν την υιοθέτησε.
-Τότε να έρθει και η αγάπη μου να ζήσει μαζί μας, της είπα φανερά αποφασισμένος Περιστέρα μου.
-Και τι σου είπε Σούλη μου η κυρά σου;
-Έβαλε τα γέλια και μου είπε : “Εσύ ένας γάτος από σπίτι ερωτευμένος με ένα περιστέρι; αυτήν; Θεέ μου χάλασε ο κόσμος μας”
-Ο κόσμος σας δεν χάλασε από εμάς, εσείς οι άνθρωποι τα χαλάτε κάθε μέρα, της απάντησα.
Σκεπτόμουν την τελευταία συζήτηση με την αγαπημένη μου Περιστέρα, ενώ κοιτούσα έξω από την μπαλκονόπορτα μήπως και την ξαναδώ και τότε κτύπησε ξανά το τηλέφωνο.
–Έλα, τι έπαθες πάλι; Φυσικά και το θυμάμαι ότι δεν τρως κρέας. Ναι φυσικά και τον έχω ακόμα εδώ…τι; Μα είσαι καλά; Θα φέρεις το κουτάβι σου μαζί; …Όχι μην το κάνεις αυτό. Δεν ξέρω πως θα αντιδράσει ο Σούλης! Μα δεν γίνεται αυτό σου λέω…δεν μπορώ να τον κλείσω σε κανένα δωμάτιο… ναι καλύτερα άφησε το στην μητέρα σου για λίγο. Μα τι λες τώρα; Αν έφερνα μαζί μου τον Σούλη σπίτι σου θα έκλεινες το κουτάβι σου σε ένα δωμάτιο; Καλά, σκέψου το και ενημέρωσε με.
Ένιωσα μεγάλη ανακούφιση. Με σκέφτηκε, με φροντίζει λέμε! Σηκώθηκα και βγήκα από το πορτάκι μου στο μπαλκόνι να αναπνεύσω φρέσκο αέρα και να πάω, εκεί που και ο βασιλιάς πάει μόνος του, αλλά στην καλύτερη ποιότητα άμμου για γάτες. Μου έχει αγοράσει διάφορες μέχρι τώρα, λόγω οικονομίας όπως λέει. Αλλά αυτή που έχω τώρα είναι η καλύτερη άμμος για γάτες, με άρωμα λεβάντας. Ξάπλωσα στο μαξιλάρι της πολυθρόνας σκηνοθέτη. Ωραία είναι εδώ έξω. Έχω ησυχία. Με αυτά τα τηλέφωνα που κτυπάνε συνέχεια, οι άνθρωποι έχουν χάσει πολλά σπουδαία από την ζωή τους. Δεν λέω είναι ένα μέσο επικοινωνίας. Μακάρι να είχα το τηλέφωνο της καλής μου και να μπορούσα να μιλώ μαζί της, αντί να περιμένω πότε θα εμφανιστεί στο μπαλκόνι μας. Αλλά το έχουν παρακάνει.
Την βλέπω μέσα στο διαμέρισμα, πάει και έρχεται συνέχεια. Στρώνει τραπέζι για το βράδυ. Έχει πάθος με το στρώσιμο τραπεζιού όταν έχει καλεσμένους. Ομολογώ ότι το κάνει να δείχνει υπέροχο. Εμείς οι γάτοι, τα έχουμε απλοποιήσει τα ζητήματα. Δεν τρώμε σε τραπέζια. Ανεβαίνουμε όμως, αρπάζουμε ότι μας αρέσει και όπου φύγει-φύγει. Εδώ δεν μπορώ να το κάνω. Πρώτον διότι το σκεπάζει και δεύτερον δεν χρειάζεται να ανέβω εκεί πάνω για να φάω διότι με έχει μάθει να φέρομαι σωστά. Ετοιμάζει κάτι στην κουζίνα αλλά από την μυρωδιά δεν έχω καταλάβει τι φτιάχνει. Πάντως κρέας ή ψάρι δεν μυρίζω.
Ωχ! πέρασε η ώρα, κρύωσα. Θα μπω μέσα. Σκοτεινιάζει νωρίς και έχει ψυχρούλα. Τι βλέπω; όλα έτοιμα τα έχει. Μα που είναι; Για να δω μέσα, νάτην έχει ξαπλώσει. Θα πέσω δίπλα της. Έχω ακούσει να λέει σε άλλους πως αυτό την χαλαρώνει. Χαλαρώνοντας λοιπόν δίπλα της σκεπτόμουν, ενώ με γαργαλούσε κάτω από το σαγόνι. Με έχει προβληματίσει η άρνησή της να με αφήσει να φέρω στο σπίτι μας την αγαπημένη μου. Όταν κατάλαβε την συμπάθεια μου για αυτήν έγινε έξαλλη.
–Είναι δυνατόν; Δεν κάνει αυτή για εσένα. Ανήκει σε άλλη, πώς να στο πω, σε άλλη οικογένεια, σε άλλη φυλή, άλλο είδος!
Της ζήτησα να μου εξηγήσει και επέμενα πως εδώ και καιρό έχουμε πολύ καλή επικοινωνία και πως ήταν διατεθειμένη να αφήσει τους δικούς της και να ζήσει μαζί μου.
–Ξέχνα το Σούλη. Αυτή η περιστέρα δεν κάνει για εσένα. Έχει φτερά, εσύ δεν έχεις. Έχει ράμφος, εσύ δεν έχεις και τέλος πάντων δεν κάνει για εσένα. Δεν γίνεται να ζήσεις μαζί με ένα περιστέρι! Μπορείς να την παρακολουθείς να πετά από το παράθυρο, άντε και να καθόσαστε στο μπαλκόνι να τα λέτε όπως κάνατε μέχρι τώρα. Αλλά τίποτα παραπάνω.
Θύμωσα. Βγήκα στο μπαλκόνι, Ξάπλωσα ξανά στο μαξιλάρι της πολυθρόνας σκηνοθέτη κάτω από το τραπέζι. Με φώναζε να φάω δεν βγήκα. Με φώναζε να δει τι κάνω. Δεν ανταποκρίθηκα. Περίμενα μήπως φανεί η Περιστέρα μου να της εξηγήσω. Αλλά ούτε αυτή φάνηκε. Σε αυτά της τα γενέθλια δεν θα λάβω μέρος. Θα την αγνοήσω και ας μου βάλει την αγαπημένη μου λιχουδιά από πατέ κοτόπουλου. Άκουσα να κτυπά το κουδούνι της πόρτας. Δεν έτρεξα όπως συνήθως κάνω. Έμεινα έξω και ας έκανε ψυχρούλα. Άκουσα να μπαίνουν οι φίλες της μέσα και να ρωτάνε για εμένα.
-Μα που είναι ο Σούλης, ρωτούσε η μία, γατομάνα και αυτή. Έχει όπως έχω ακούσει επτά γάτες σπίτι της.
–Ο Σούλης σου που είναι; έλεγε η άλλη που ξέρω ότι δεν με συμπαθεί. Προτιμά τους σκύλους γιατί είναι πιο υπάκουοι. Μα είναι δυνατόν να είναι σοβαρή αυτή η γυναίκα; Εμείς οι γάτες είμαστε ανεξάρτητες και όχι υπήκοοι! Αν θέλουμε, όταν θέλουμε.
Ακούω γέλια και μεταλλικό θόρυβο! Τα μαχαιροπίρουνα τους θα είναι. Κάτσε να σκύψω να δω. Αν και πείνασα, δεν θα μπω μέσα, εκτός και αν όλες αυτές φύγουν. Ωχ, τι ακούω! Έχουν σηκώσει τον τόνο της φωνής τους. Θα στήσω αυτί να ακούσω.
-¨Ελα τώρα που δεν βλέπεις αυτή την σειρά στο τάδε κανάλι! ¨Έχει πολύ ενδιαφέρον.
–Τούρκικες σειρές; Μα είσαι καλά; Δεν χάνω την ώρα μου με χαζομάρες, άκουσα την φωνή της δικιάς μου. Και πράγματι, αλήθεια λέει, στην τηλεόραση για να βλέπει σειρές δεν κάθεται.
-Και τι παρακολουθείς εσύ; Άσε μην μου πεις, κατάλαβα, της είπε μια άλλη.
-Εμένα πάντως μου αρέσουν και κάτι Ελληνικές σειρές.
–Καλά κάνετε, την διέκοψε η δικιά μου. Ο καθένας είναι ελεύθερος να παρακολουθεί ότι τον εκφράζει, ότι τον διασκεδάζει. Αλλά ο χρόνος που κάθομαι μπροστά στο χαζοκούτι θέλω να έχει νόημα, να διασκεδάζω γελώντας ή μαθαίνοντας κάτι. Καμία όρεξη δεν έχω να βλέπω ταινίες τρόμου και να ταράζομαι, ή σειρές με σκηνοθετημένους έρωτες. Προτιμώ να ζω τον αληθινό! Όχι μέσα από την φαντασία του κάθε παραγωγού στην οθόνη της τηλεόρασης. Επενδύω τον χρόνο μου παρακολουθώντας ένα ντοκιμαντέρ ή μια εκπομπή πολιτιστική, ιστορική.
Και συνέχισε να λέει τα δικά της, αλήθειες όλα, το επιβεβαιώνω, χωρίς καμία από όλες να συμφωνούν μαζί της. Ειδικά μια που δεν τρώει κρέας ισχυρίστηκε πως «τα ζώα δεν τα θέλει μέσα στο σπίτι» και τα προτιμά έξω στους αγρούς. Ε! όταν το άκουσα αυτό «στους αγρούς..» γέλασα με την καρδιά μου. Την φαντάστηκα Νύμφη 2[1] Οι γάτες δείχνουν πολλές φορές στοργή για τους ανθρώπινους συντρόφους τους, ιδιαίτερα αν τις αγαπούν και τις φροντίζουν από πολύ μικρή ηλικία.
Ένας τρόπος έκφρασης της οικειότητας και της ζεστασιάς της γάτας με τον άνθρωπο είναι το χαρακτηριστικό "γουργούρισμα" που παράγουν, ιδιαίτερα όταν ο άνθρωπος τις χαϊδεύει και τις φροντίζει. Άλλος ένας τρόπος με τον οποίο εκφράζουν την ευγνωμοσύνη τους προς τον άνθρωπο, είναι με το να τρίβονται στα πόδια του ή να του γλείφουν τα χέρια.
βοσκοπούλα να οδηγεί τα προβατάκια της στους καταπράσινους λόφους του χωριού της. Ευτυχώς δεν με άκουσαν, διότι άντε τώρα να τους εξηγήσω γιατί γελάω.
Πήρε τον λόγο μια άλλη με κόκκινα μαλλιά και πράσινα μάτια σαν τα δικά μου, που είπε πως έχει και γάτες και σκύλους στο σπίτι της, στον κήπο Αδέσποτα 3, που τα μάζεψε όλα από τους δρόμους και πως υπάρχει νόμος για αυτά και πως τώρα έχει πρόβλημα σοβαρό διότι ο ιδιοκτήτης της ζήτησε να φύγει και πως είναι πολύ δύσκολο να βρει άλλο με τέτοιο κήπο. Τώρα είχε χρόνο ελεύθερο γιατί έμεινε και άνεργη. Αυτή μου άρεσε. Δεν είχε ξανάρθει σπίτι μας, την συμπάθησα αμέσως.
–Θα βρεις κάτι, μην στεναχωριέσαι, της είπε η δικιά μου.Είναι δύσκολο πολύ, με αυτή την τρέλα που έχει ξεσπάσει με τα airbnb επανήλθε κρίση, έλλειψη κατοικίας. Προτιμούν να ενοικιάζουν τα σπίτια τους έτσι. Εύχομαι να μην χαλάσει η κατάσταση και άλλο. Ακούς τι γίνεται στην κόσμο όλο; Πόσοι πεθαίνουν στην Κίνα από αυτόν τον άγνωστο ιό; Κορονοϊό τον λένε; Φοβάμαι κορίτσια πως σε λίγο δεν θα μπορούμε να βρισκόμαστε όπως σήμερα.
Δεν συμφώνησαν όλες, γιατί δεν βλέπουν λίγο μπροστά σαν την δικιά μου, αλλά σήκωσαν τα ποτήρια τους για να της ευχηθούν να τα χιλιάσει και δεν άφησαν τίποτα από την την τούρτα γενεθλίων της, που είχε φτιάξει γρήγορα η ίδια παρακαλώ!
Σαν έφυγαν όλες, εκείνη τακτοποίησε λίγο ότι έμεινε (τίποτα δεν έμεινε από τα γερά πιρούνια τους) έβαλε τα πιάτα, ποτήρια στο πλυντήριο και βγήκε στο μπαλκόνι.
–Σούλη, έλα μέσα, κάνει κρύο. Ελα πάμε για ύπνο!
Και πήγαμε.Και ονειρεύτηκα ένα δείπνο γενεθλίων μου μαζί με την Περιστέρα μου, έστω έξω στο μπαλκόνι.